Ο έρπης των γεννητικών οργάνων (Herpes Genitalis) οφείλεται κατά κύριο λόγο στον ερπητοϊό τύπου 2 (herpes simplex Virus 2, HSV – 2) και λιγότερο συχνά στον ερπητοϊό τύπου 1 (herpes simplex Virus 1, HSV – 1), αποτελεί δε το συχνότερο αίτιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενων ελκών παγκοσμίως.
Η συχνότητα της λοίμωξης διαφέρει σημαντικά μεταξύ χωρών, μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών στην ίδια χώρα καθώς και μεταξύ διαφορετικών ηλικιών. Οι γυναίκες είναι πιθανότερο να είναι φορείς του HSV-1 και του HSV-2 από τους άντρες, επειδή οι γεννητικοί τους βλεννογόνοι είναι πιο ευπαθείς σε εμφάνιση μικροτραυματισμών κατά τη σεξουαλική επαφή με αποτέλεσμα τον ευκολότερο ενοφθαλμισμό του ιού.
Η λοίμωξη διαρκεί ισόβια με διαλείπουσα κλινική και υποκλινική ενεργοποίηση του ιού
Κλινική εικόνα
Ο έρπητας των γεννητικών οργάνων μπορεί να εκδηλωθεί με ποικίλες κλινικές μορφές και διαφορετική κλινική βαρύτητα ή ακόμα και να μην προκαλέσει κανένα σύμπτωμα. Η τυπική κλινική εικόνα της πρωτολοίμωξης εμφανίζεται συνήθως 3-7 ημέρες μετά τη μόλυνση από τον ιό, με ερυθηματώδεις βλατίδες και φυσαλίδες, ερύθημα και οίδημα της πάσχουσας περιοχής. Τις επόμενες ημέρες η οροφή των φυσαλίδων σπάζει αφήνοντας διαβρώσεις και έλκη που επουλώνονται αργά. Μπορεί να συνυπάρχουν συμπτώματα όπως πυρετός, ρίγος, καταβολή, αρθραλγίες, μυαλγίες και λεμφαδενοπάθεια. Επίσης συνυπάρχει άλγος και κνησμός.
Εκτός από τη γεννητική περιοχή, ο ιός μπορεί να εμφανιστεί και στα δύο φύλα περιγεννητικά στο περίνεο, γλουτό ή στο άνω τμήμα των μηρών όπως και στον πρωκτό. Η μετάδοση του HSV-2 γίνεται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής ενώ του HSV-1 μεταδίδεται κυρίως με το σάλιο. Επίσης μπορεί να υπάρξει μετάδοση από τη μητέρα στο νεογνό κατά τη διάρκεια του τοκετού, με αποτέλεσμα τη σημαντική νοσηρότητα ή και το θάνατο του νεογνού.
Διάγνωση
Η διάγνωση του γεννητικού έρπητα μπορεί να γίνει είτε ορολογικά είτε από υλικό βλάβης. Η ανίχνευση και τυποποίηση του ιού με τη μέθοδο PCR από τη βλάβη προτιμάται έναντι της καλλιέργειας διότι έχει 40-60% μεγαλύτερη ευαισθησία.
Ο καθορισμός του υπεύθυνου τύπου (HSV-1 ή HSV-2 ) έχει σημασία για την πρόγνωση και τις οδηγίες που θα δοθούν τόσο στους ασθενείς όσο και στους συντρόφους αυτών. Ο ορολογικός έλεγχος (ανίχνευση αντισωμάτων) για τους δύο τύπους του ιού είναι χρήσιμος σε ασθενείς υψηλού κινδύνου, σε ασθενείς με κλινική εικόνα γεννητικού έρπητα ή υποτροπιάζουσες βλάβες με αρνητική καλλιέργεια ή PCR, σε συντρόφους ασθενών με γεννητικό έρπητα.
Θεραπεία
Η συστηματική χορήγηση αντιερπητικών φαρμάκων (ακυκλοβίρη, βαλασικλοβίρη, ραμσικλοβίρη) μειώνει την ένταση, έκταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων και του εξανθήματος. Σε ασθενείς με συχνές υποτροπές δίνεται κατασταλτική θεραπεία για τουλάχιστον 6 μήνες – 1 έτος.