Οι ερπητικές λοιμώξεις από τον απλό έρπητα οφείλονται στους δυο διαφορετικούς τύπους του ιού, ΗSV-1 και ΗSV-2, οι οποίοι προκαλούν το επιχείλιο έρπητα και τον έρπητα γεννητικών οργάνων αντίστοιχα. Η λοίμωξη έχει παρόμοια χαρακτηριστικά ανεξαρτήτως του τύπου του ιού.
Η μετάδοση του ιού γίνεται κυρίως μέσω της σιέλου ή άλλων εκκρίσεων και αφού επέλθει λύση της συνέχειας του προσβεβλημένου βλεννογόνου, γίνεται εγκατάσταση του ερπητοϊού στον πυρήνα των κυττάρων. Τα συμπτώματα της πρωτολοίμωξης εμφανίζονται 3 με 7 ημέρες μετά τη μόλυνση από τον ιο.
Εμφανίζονται σαν ερπητική ουλοστοματίτιδα στα παιδιά με εμπύρετο, διαβρώσεις στοματικού βλεννογόνου, επώδυνους λεμφαδένες και φαρυγγίτιδα. Στους νέους ενήλικους η πρωτολοίμωξη εμφανίζεται με πολλαπλές επώδυνες φυσαλίδες, κυρίως στην περιοχή των χειλέων, οι οποίες μεταπίπτουν σε φλύκταινες.
Τα πρόδρομα συμπτώματα περιλαμβάνουν επώδυνη λεμφαδενοπάθεια, κακουχία, ανορεξία, εμπύρετο, τοπικό άλγος και άισθημα καύσου κατά τη λανθάνουσα περίοδο, ο ιός παραμένει μη μολυσματικός και μπορεί να παραμείνει σε αυτή την κατάσταση για μακρά χρονικά διαστήματα. Η επανενεργοποίηση του ιού γίνεται αυτόματα αλλά συνήθως επηρεάζεται από παράγοντες όπως στρες, εμπύρετο, ιώσεις, ψύχος, έμμηνος ρύση, έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία, ανοσοκαταστολή κα. Ασθενείς με νεοπλασίες, HIV λοίμωξη, ανοσοκαταστολή παρουσιάζουν συχνότερες και βαρύτερες επιπλοκές.
Ο υποτροπιάζων απλός έρπης εμφανίζεται συχνότερα στην περιοχή των χειλέων το λιγότερο 3-4 φορές ετησίως με φυσαλίδες οι οποίες εντός 3-4 ημερών εφελκιδοποιούνται και υποχωρούν εντός 8-9 ημερών χωρίς να αφήνουν ουλή συνήθως αλλά και σε άλλες θέσεις (ρινικός βλεννογόνος, παρειά, διάφορα σημεία στον κορμό).
Η διάγνωση στηρίζεται στην κλινική εικόνα επιβεβαιώνεται δε αν χρειαστεί με άμεσο ανοσοφθορισμό για ανίχνευση αντιγόνων του ιού από φυσαλίδα ενεργού βλάβης καθώς και με τη μέθοδο PCR όπου ανιχνεύεται το DNA του ιού.
Θεραπεία
Η τοπική αγωγή δεν είναι αποτελεσματική. Προτείνεται τοπική αντιβιοτική κρέμα για την πρόληψη επιμολύνσεων των φυσαλίδων.
Τα ανθερπητικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι η ακυκλοβίρη, η φαμσικλοβίρη και η βαλασικλοβίρη. Σε πρωτολοίμωξη και μεμονωμένα επεισόδια δίνονται για διάστημα 5 ημερών, σε αντίθεση με την υποτροπιάζουσα λοίμωξη που δίνονται για 6 μήνες τουλάχιστον.